~
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Ι. Καμπανέλλη “Από σκηνής και από πλατείας” εκδ. Καστανιώτη 1990 (επιλογή Θ. Φωσκαρίνη).
Έχω την αδυναμία να
θέλω να με καταλαβαίνουν όλοι.
~
Δεν άρχισα να γράφω θέατρο γιατί άκουσα μια
μυστική φωνή να μου λέει πως είμαι ταγμένος γι' αυτή την αποστολή. Πριν
επιχειρήσω να γίνω θεατρικός συγγραφέας ήθελα να γίνω ηθοποιός. Δεν το κατάφερα
κι η αποτυχία μου αυτή με ανάγκασε να πιάσω χαρτί και μολύβι. Ήταν πιο πολύ μια
εκδίκηση παρά ο,τιδήποτε άλλο.
~
(...) με τους θεατρικούς χαρακτήρες
μου βοήθησα, χάρη στον καθολικό τους προβληματισμό, να μετατεθεί το νεοελληνικό
θεατρικό έργο από την προπολεμική ηθογραφία στο μεταπολεμικό δράμα.
~
Θα έλεγα πως ο Έλληνας δεν έχει
εφοδιαστεί ή δεν έχει συμφιλιωθεί με την ιδέα να μαθαίνει. Και όχι προς Θεού για
να το παρακάνει, αλλά για να αποκτά όσες γνώσεις χρειάζονται για μια πληρέστερη
αυτογνωσία και αυτοπροστασία. Προσωπικά πιστεύω πως αν οι Έλληνες ήξεραν καλά
τον τόπο τους. την ιστορία τους, τον πολιτισμό και τον χαρακτήρα τους, θα ήταν
πολύ λιγότερο εκτεθειμένοι στις κάθε λογής ξενηλασίες.
~
Στο θέατρο, από την πρώτη σχεδόν
στιγμή, βλέπεις έναν θίασο και είναι στην πορεία της δημιουργικής διαδικασίας
που τα πράγματα ολοκληρώνονται σχεδόν απόλυτα, έτσι ώστε στην φάση που κάθεσαι
να γράψεις δεν γράφεις, σου υπαγορεύουν τα ίδια τα πρόσωπα τι θα γράψεις. Είναι
δηλαδή σαν ν' απομαγνητοφωνείς ένα θεατρικό έργο. Ή σα να κάθεσαι να καταγράφεις
μια παράσταση που βλέπεις.
~
Για μένα η πιο ωραία ώρα του θεάτρου
και η πιο δημιουργική, η πιο ουτοπική θα έλεγα, είναι οι δοκιμές, οι πρόβες. Και
εννοώ οι προχωρημένες πρόβες, όπου πραγματικά συντελείται το θαύμα του θεάτρου.
~
Το θέατρο δεν είναι μια έντεχνη
αναπαράσταση της εξωτερικής πραγματικότητας, είναι κυρίως μια παράσταση της
εσωτερικής [πραγματικότητας].
~
Νομίζω ότι το θέατρο χρωστά τη συνεχιζόμενη παρουσία του, δυναμική μάλιστα παγκόσμια στον ευτυχώς συνεχιζόμενο ανθρωποκεντρισμό μας, ο οποίος στο θέατρο είναι ανέκαθεν, κυρίαρχο στοιχείο, λόγος υπάρξεως. Αφού η σκηνή είναι κατεξοχήν χώρος όπου ο άνθρωπος αναζητά αυτό που είναι ή θα μπορούσε να είναι.
~
Δεν ξέρω αν καταφέρω να διατυπώσω αυτό που θέλω να πω και που είναι η σκέψη, η αυτάρεσκη, έστω φαντασιοπληξία, ότι ψυχικά συγκατοικούμε με τους προγόνους μας. Ότι είμαστε φυσικά «γέννημα» των γονιών μας, «θρέμμα» του τρόπου ζωής της κοινωνίας που ζούμε, της εικόνας του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά, και μιας μνήμης χωρίς λήθη, που μας τη μετέδωσαν τα φυλετικά μας γονίδια φέρνοντάς την, ας πούμε, από τα χρόνια που ο Κούρος στο Φλεριό έσπασε το πόδι του πριν φτάσει στον προορισμό του.
~
Η πορεία του θεάτρου είναι πορεία παράλληλη με τη ζωή μας. Η αγωνιστικότητα της δεκαετίας του ’50 και του ’60 συνέπεσε με την ηλικία μας, αλλά συνέπεσε και με την αγωνιστικότητα ολόκληρης της κοινωνίας, ήταν μία διαμαρτυρία, που μετατρεπότανε σε αγωνιστικότητα. Όταν όμως μεγαλώνει ο άνθρωπος η θητεία του στην αγωνιστικότητα, «συμπληρώνεται», μοιραία γίνεται στοχαστικότερος, εγωκεντρικός – το λέω με κάποια φαντασία στην έννοια της λέξης- έρχεται πια η ώρα που δεν κρίνει την κοινωνία μόνο, αλλά και τον εαυτό του. Έτσι στο θέατρο μπαίνει και η αυτοβιογραφία και η αυτοκριτική του και μέσα απ’ αυτές περνούν σαν αυτοκριτική πια τα «έξω» συντελούμενα και φαινόμενα.
Πιστεύω ότι με αυτήν την κάποια εσωστρέφεια γίνεται κανείς αυστηρότερος με τα πράγματα και τον εαυτό του. Τα έργα της ωριμότητας είναι ένα ειλικρινέστερο κοίταγμα, ο δημιουργός γίνεται πιο ουσιαστικός δέκτης. Ταυτόχρονα, επειδή με τον καιρό η κοινωνία μεγαλώνει, η επικοινωνία χάνεται, η μοναξιά γίνεται εντονότερη, πολλές φορές αισθάνεται κανείς ότι ζει σε μία κοινωνία εχθρική, χαμένος και απροστάτευτος από τη μορφή που παίρνει η πόλη και η ζωή.
~